Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο Γάλλος δημοσιογράφος Guy Sorman έγραψε : « H Ιστορία είναι γεμάτη με τείχη , που όμως πάντα είχαν σκοπό να αποτρέψουν την εισβολή των «βαρβάρων» . Ένα τείχος που εμπόδιζε τους πολίτες να διαφύγουν ήταν πράγματι χωρίς προηγούμενο. Πόσο μάλλον, όταν εμπόδιζε τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν μια , υποτίθεται , ιδεατή κοινωνία για το … μισητό καπιταλισμό». Και πράγματι, το Τείχος του Βερολίνου ήταν το σύμβολο όχι μόνο της οικονομικής και πολιτικής, αλλά και της ηθικής χρεωκοπίας του κομμουνισμού . Αυτό το σύστημα που γέννησε τόσες ελπίδες και χαιρετίστηκε από διανοούμενους και πολιτικούς σε όλο τον κόσμο σαν μια νέα αυγή για την ανθρωπότητα , υποσχέθηκε πως θα δημιουργούσε έναν επίγειο παράδεισο και θα απελευθέρωνε τους εργάτες από την εκμετάλλευση του καπιταλισμού . Μόνο που εν τέλει αυτός ο παράδεισος έμοιαζε περισσότερο με ένα κλουβί, όπου οι …«έγκλειστοι» είχαν τροφή και νερό, αλλά στερούνταν τον καθαρό αέρα της ελευθερίας . Ο μόνος τρόπος για να διατηρηθούν στη ζωή αυτά τα καθεστώτα ήταν ένα πανίσχυρο αστυνομικό κράτος και ο «μπαμπούλας» του Κόκκινου Στρατού. Πριν χτιστεί το τείχος, 197,000 Ανατολικογερμανοί διέφυγαν στη Δυτική Γερμανία μόνο το 1950, 165,000 το 1951, 182,000 το 1952 και 331,000 το 1953. Μπροστά στο υπαρκτό κίνδυνο να απομείνουν σε μια χώρα χωρίς πολίτες, παρέα μόνο με τα αγάλματα του Μάρξ και του Λένιν, οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφάσισαν να χτίσουν ένα τείχος που θα προστάτευε τον κομμουνιστικό παράδεισο από τον…όφι του καπιταλισμού. Χρειάστηκε να περάσουν 28 ολόκληρα χρόνια και περίπου χίλιοι άνθρωποι , που προσπάθησαν να αποδράσουν από το Τείχος, να χάσουν τη ζωή τους , μέχρι εκείνη τη νύχτα της 9ης Νοεμβρίου του 1989, όταν ο γερμανικός λαός γκρέμισε αυτό το μισητό σύμβολο, για το οποίο μόλις στις αρχές του ίδιου έτους ο Έριχ Χόνεκερ, έλεγε πως θα βρίσκεται στη θέση του ακόμη και σε 100 χρόνια. Ο εφιάλτης του κομμουνισμού είχε λάβει τέλος για την Ευρώπη!
Τα δώρα της ελευθερίας Είκοσι χρόνια μετά , όταν οι δημοσιογράφοι ρωτάνε τον Πολωνό διανοούμενο και φυλακισμένο την περίοδο του κομμουνισμού , Adam Michnik για τη μετακομμουνιστική εμπειρία της χώρας του, εκείνος απαντάει γεμάτος ενθουσιασμό : « Η Πολωνία δεν είχε τόσο καλή εικοσαετία ποτέ τα τελευταία τριακόσια με τετρακόσια χρόνια! Είμαστε στην πλευρά της Δύσης. Είμαστε κυρίαρχο κράτος. Έχουμε όλες τις πολιτικές ελευθερίες. Δημοκρατικές εκλογές. Ανοιχτά σύνορα. Δεν υπάρχει λογοκρισία. Είναι μια φανταστική αλλαγή!» . Και ένας ανώνυμος Τσέχος πολίτης επισημαίνει στη «Wall Street Journal» ότι η μεγαλύτερη αλλαγή , είναι πως πια το γκρι απέκτησε χρώμα! Και πράγματι, αρκεί να ταξιδέψεις σε οποιαδήποτε χώρα του πρώην Ανατολικού Μπλοκ για να καταλάβεις αμέσως τις τεράστιες αλλαγές που έγιναν τα τελευταία χρόνια . Οι μουντές πόλεις έχουν μεταμορφωθεί σε περιζήτητους τουριστικούς προορισμούς . Οι τεράστιες ουρές μπροστά στα καταστήματα τροφίμων έχουν πια εξαφανιστεί. Στους δρόμους βλέπεις ακριβές μπουτίκ, καλόγουστα εστιατόρια και μοδάτα μπαράκια, που συνήθως είναι γεμάτα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες . Κάποιοι ουρανοξύστες έχουν αρχίσει να ξεπηδούν εδώ και εκεί. Στο βλέμμα των ανθρώπων διακρίνεις τη δίψα να αποκτήσουν όλα αυτά που στερήθηκαν τόσες δεκαετίες . Ο κόσμος μπορεί πια να ονειρεύεται , να κάνει σχέδια για το μέλλον, να ταξιδεύει στο εξωτερικό, να μιλάει ελεύθερα και (γιατί όχι ;) να πλουτίζει . Το μόνο που θυμίζει το παρελθόν είναι τα γκρίζα και ογκώδη κομμουνιστικά κτίρια , αλλοτινά σύμβολα της κρατικής καταπίεσης, που στέκουν ακόμη στη θέση τους και παρακολουθούν σκυθρωπά και απορημένα τις αλλαγές που έφερε η ελευθερία …..
Η επιστροφή του αυταρχισμού και του κρατισμού Αναμφισβήτητα, οι περισσότερες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν πετύχει πολλά αυτά τα είκοσι χρόνια . Βιάστηκαν όμως όσοι πίστεψαν πως με τα γεγονότα του 1989 ήρθε το «τέλος της ιστορίας» και πως ο θρίαμβος της φιλελεύθερης δημοκρατίας ήταν βέβαιος και αναπόφευκτος και σε αυτή την πλευρά του πλανήτη. Ο ιστορικός ντετερμινισμός του Φουκουγιάμα αποδείχθηκε το ίδιο ουτοπικός και λανθασμένος όσο και αυτός του Μαρξ. Ο εθνικισμός των πρώτων μετακομμουνιστικών χρόνων οδήγησε την πρώην Γιουγκοσλαβία σε πολεμικές περιπέτειες που γύρισαν το ρολοϊ της ιστορίας πολλά χρόνια πίσω . Τα τελευταία χρόνια, ανησυχητική είναι η στροφή προς αυταρχικές λύσεις που παρατηρείται σε πολλές χώρες της περιοχής . Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η νέα Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο πρώην πράκτορας της KGB εγκαθίδρυσε, με την απαραίτητη δημοκρατική νομιμοποίηση βέβαια, ένα καθεστώς για το οποίο η τήρηση της τάξης αποτελεί προτεραιότητα και οι ατομικές ελευθερίες θεωρούνται μάλλον μια δυτική πολυτέλεια. Η εξωτερική πολιτική της χώρας καταφεύγει συχνά σε έναν επιθετικό εθνικισμό ενώ στην οικονομία κυριαρχούν απόλυτα οι άνθρωποι που απολαμβάνουν της κρατικής εύνοιας . Και άλλες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, όπως το Αζερμπαϊτζάν, η Αρμενία ή το Ουζμπεκιστάν ακολουθούν το μοντέλο της Ρωσίας ενώ ο , εδώ και 15 χρόνια, πρόεδρος της Λευκορωσίας Λουκασένκο ,που θεωρεί «τρομοκράτη» όποιον συμμετέχει σε αντιπολιτευτικές ομάδες , έχει χαρακτηριστεί ως «ο τελευταίος δικτάτορας της Ευρώπης». Και οι τάσεις της κοινής γνώμης όμως φαίνεται να ακολουθούν τις επιλογές της πολιτικής ηγεσίας. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Pew Research Center λιγότερο από το 1/3 των Ουκρανών εγκρίνουν τη μετάβαση προς μια πολυκομματική δημοκρατία.. Στη Ρωσία, η πλειοψηφία θρηνεί την απώλεια της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ σχεδόν οι μισοί λένε πως θα έπρεπε να υπάρχει μια Ρωσική Αυτοκρατορία. Τελικά αποδεικνύεται πως δεν είναι εύκολο να ανθίσει η φιλελεύθερη πλουραλιστική δημοκρατία σε χώρες που δεν έχουν ούτε τους απαραίτητους θεσμούς, ούτε την ιστορική παράδοση για να τη στηρίξουν.
Όμως και στην υπόλοιπη Ανατολική Ευρώπη βρίσκουμε παραλλαγές αυτού του αυταρχικού μοντέλου, έστω στην πιο ήπια και «ευρωπαϊκή» εκδοχή του . Κόμματα που υποστηρίζουν τον κρατισμό στην οικονομία σε συνδυασμό με μια επιστροφή στις παραδοσιακές οικογενειακές αξίες και στη θρησκεία γίνονται όλο και πιο δημοφιλή . Το κόμμα Fidesz στην Ουγγαρία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 σαν μια φιλελεύθερη οργάνωση νεολαίας που ζητούσε μικρότερη κυβέρνηση και περισσότερη ατομική ελευθερία. Στις εκλογές του 2006 ο ηγέτης του κόμματος Viktor Orban απέσπασε το 42% των ψήφων με μια ρητορική που συνδύαζε τον συντηρητισμό σε κοινωνικά θέματα μαζί με υποσχέσεις για εμπορικό προστατευτισμό και κρατικοποιήσεις. Κόμματα με ανοιχτά ρατσιστική ατζέντα εναντίον των Ρόμα, των ομοφυλόφιλων και άλλων μειονοτήτων σημειώνουν επιτυχίες σε βαλκανικές χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία ή η Σερβία . Στη Σλοβακία, το Εθνικό Κόμμα , του οποίου ο αρχηγός έχει πλούσιο …ποινικό μητρώο και οραματίζεται να… ισοπεδώσει τη Βουδαπέστη, πήρε το 12% των ψήφων και συμμετέχει στην παρούσα κυβέρνηση μαζί με το λαϊκιστικό σοσιαλιστικό κόμμα που ζητάει την επιβράδυνση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων . Παρότι, η πλειοψηφία των πολιτών υποστηρίζει ακόμη τη μετάβαση στη δημοκρατία και τον καπιταλισμό, το ποσοστό αυτό ολοένα και μειώνεται. Στην Ουγγαρία η υποστήριξη στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της οικονομίας έπεσε από 80% το 1991 στο 46% σήμερα .
Αποτυχία της ελεύθερης αγοράς ; Πολλοί πιστεύουν πως αυτές οι εξελίξεις είναι μια απάντηση στην αποτυχία της ελεύθερης αγοράς να βρει λύσεις στα προβλήματα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Με μια πιο προσεκτική ματιά όμως , διαπιστώνει κανείς πως το πρόβλημα είναι ότι τελικά οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν δεν ήταν τόσο βαθιές όσο θα έπρεπε . Παρότι κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητες της, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις φαίνεται να έχουν βαλτώσει τα τελευταία χρόνια. Η αγορά εργασίας παραμένει ανελαστική, οι ιδιωτικοποιήσεις καθυστερούν, το θεσμικό πλαίσιο προστασίας των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων είναι αδύναμο και η γραφειοκρατία βάζει εμπόδια στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Το μεγάλο κράτος είναι πανταχού παρόν στην Ανατολική Ευρώπη. Σύμφωνα με τη Eurostat, οι κρατικές δαπάνες σαν ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν πολύ υψηλές. Στην Τσεχία, από το 50% το 1994 βρίσκονται στο 45% το 2005. Στην Πολωνία από το 48% το 1995 στο 43% το 2005, ενώ στην Ουγγαρία το ποσοστό ανέβηκε από το 50% το 1995 στο 51% το 2005. Στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα . Το κράτος εξακολουθεί να ελέγχει ζωτικούς τομείς της οικονομίας. Σε χώρες όπως το Ουζμπεκιστάν εκπονούνται ακόμη «πενταετή προγράμματα» σοβιετικού τύπου! Όπου έγιναν «ιδιωτικοποιήσεις» , οι απαράτσικ του Κομμουνιστικού Κόμματος μεταμορφώθηκαν εν μια νυκτί σε «επιχειρηματίες» και απέκτησαν , με αδιαφανείς διαδικασίες, τις , ως τότε, κρατικές εταιρίες. Φυσικό επακόλουθο του μεγάλου κράτους είναι η διαφθορά των κρατικών αξιωματούχων, ένα φαινόμενο που οι πολίτες της Ανατολικής Ευρώπης σε όλες τις δημοσκοπήσεις κρίνουν σαν το σημαντικότερο πρόβλημα των κοινωνιών τους. Μια επιχείρηση για να αποκτήσει άδεια ώστε να πραγματοποιήσει μια επένδυση θα πρέπει να δωροδοκήσει κρατικούς υπαλλήλους και πολιτικούς , ενώ οι συνεισφορές των επιχειρήσεων σε πολιτικά κόμματα ανταμείβονται με δουλειές από το κράτος, αν το κόμμα κερδίσει την εξουσία. Πολλοί πολιτικοί ενώ δημόσια μιλούν τη γλώσσα του φιλελευθερισμού και των μεταρρυθμίσεων , ιδιωτικά χρησιμοποιούν το κράτος για να πλουτίσουν αυτοί και οι προστατευόμενοί τους.
Αντίθετα, οι χώρες εκείνες οι οποίες προχώρησαν στις πιο τολμηρές φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, γνωρίζουν και την πιο εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Εσθονίας. Μετά την πτώση του κομμουνισμού, οι κυβερνήσεις της μικρής βαλτικής χώρας προχώρησαν σε κατάργηση των δασμών , θέσπισαν ένα χαμηλό ενιαίο συντελεστή φορολογίας (Flat-Tax) στα προσωπικά εισοδήματα , μηδένισαν τους φόρους στα εταιρικά κέρδη , ισοσκέλισαν τον προϋπολογισμό και μείωσαν δραστικά το δημόσιο χρέος. Οι κρατικές δαπάνες έπεσαν στο 36% του Α.Ε.Π. Η πολιτική αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 6,9% την περίοδο 1995-2004 , την στιγμή που η πιο ραγδαία αναπτυσσόμενη χώρα της πρώην κομμουνιστικής Κεντρικής Ευρώπης , η Πολωνία σημείωνε αύξηση 4,5% . Την ίδια περίοδο, το κατά κεφαλήν εισόδημα ενισχύθηκε κατά 96% , ποσοστό διπλάσιο από αυτό της Ουγγαρίας . Ταυτόχρονα, σύμφωνα με όλους τους διεθνείς δείκτες , η Εσθονία έχει τη χαμηλότερη διαφθορά μεταξύ των πρώην κομμουνιστικών χωρών.
Η ελπίδα είναι ζωντανήΕίκοσι χρόνια λοιπόν μετά, ο κίνδυνος για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν είναι τόσο η επιστροφή του κομμουνισμού, όσο το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων και η διολίσθηση στον αυταρχισμό του ισχυρού κράτους. Ακόμη και ο Adam Michnic , ενθουσιώδης για τα επιτεύγματα της χώρας του κατά τη μετακομμουνιστική περίοδο, δεν είναι καθόλου βέβαιος πως η φιλελεύθερη δημοκρατία θα είναι το μέλλον για την Ανατολική Ευρώπη. «Είμαστε στη σωστή κατεύθυνση», επισημαίνει , «αλλά βρισκόμαστε σε ένα στενό μονοπάτι. Ένα λάθος βήμα και ακόμη και η Πολωνία που είναι μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, μπορεί να γίνει Ρωσία.».
Και αν σε κάποιους αυτό το άρθρο φάνηκε πιο απαισιόδοξο απ’ όσο πρέπει, όταν μάλιστα γιορτάζουμε μια τέτοια λαμπρή επέτειο, ας μεταφερθούμε νοητά στο Βερολίνο, εκείνη τη βραδιά του Νοεμβρίου του 1989 , όταν το Τείχος έπεφτε και εκατομμύρια σκλάβοι της, άλλοτε κραταιάς, Σοβιετικής Αυτοκρατορίας αποκτούσαν επιτέλους την ελευθερία τους. Ας μεταφερθούμε σε εκείνη τη μαγική βραδιά, εν μέσω τρελών πανηγυρισμών και με την μπύρα να ρέει άφθονη, και ας κρατήσουμε από αυτή το μήνυμα πως ακόμη και τα πιο τολμηρά όνειρα ελευθερίας μπορούν κάποια στιγμή να γίνουν πραγματικότητα. Το 1989 απέδειξε πως όλα είναι δυνατά .