Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Γιατί η "καλοσύνη των ξένων" δε θα σώσει την Ελλάδα

Αν θέλαμε να δώσουμε , μια πιο … λογοτεχνική διάσταση στο σήριαλ της ελληνικής οικονομικής κρίσης , θα λέγαμε πως η Ελλάδα θυμίζει όλο και περισσότερο την Μπλανς–«πάντα στηριζόμουν στην καλοσύνη των ξένων»- Ντυμπουά, από το «Λεωφορείο ο Πόθος», χωρίς όμως ίχνος από τη γοητεία της ηρωίδας του Τένεση Ουϊλιαμς και σίγουρα με πολύ περισσότερο θράσος. Τις τελευταίες μέρες, παρότι επίσημα η ελληνική κυβέρνηση δεν ζητάει βοήθεια από τις Βρυξέλλες , η ελληνική κοινή γνώμη, οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί , κάθε ιδεολογικής απόχρωσης , θεωρούν πως συλλογικά σαν έθνος, έχουμε κάτι σαν μεταφυσικό δικαίωμα πάνω στα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων. Χρόνια, εθισμένοι στη νοοτροπία ότι το κράτος και συνεπακόλουθα η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει την υποχρέωση να μας «ταϊζει» , δεν έχουμε και μεγάλη δυσκολία να βαφτίσουμε την επαιτεία με τον εύηχο όρο «κοινοτική αλληλεγγύη» . Όσο για τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ που τολμάει να έχει κάποιες ενστάσεις στην παροχή βοήθειας , παρουσιάζεται στον ελληνικό Τύπο σαν μια σκληρόκαρδη και απάνθρωπη μέγαιρα που δε θέλει να δώσει τα χρήματα που δικαιούται (αλήθεια γιατί ;) η φτωχή πλην τίμια πατρίδα μας.

Οι περισσότερες ευθύνες για το σημερινό κατάντημα της Ελλάδας , ανήκουν αναμφισβήτητα σε εμάς τους ίδιους . Και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει όμως το δικό της μερίδιο ευθύνης . Όχι , επειδή , όπως παραπονιούνται οι στυλοβάτες του δεξιού και αριστερού λαϊκισμού, δεν μας έδωσε αρκετά χρήματα και δεν μας «κανάκεψε» , αλλά ακριβώς για τους αντίθετους λόγους . Τα γενναιόδωρα ευρωπαϊκά πακέτα οδήγησαν τελικά στη διαιώνιση του υπάρχοντος αναποτελεσματικού και διεφθαρμένου συστήματος, αφού βοήθησαν τους πολιτικούς να διατηρήσουν την εξουσία τους , το κρατικοδίαιτο κεφάλαιο να αποκομίσει τεράστια κέρδη, τις συντεχνίες του δημόσιου τομέα να αποκτήσουν προνόμια και τους περισσότερους από μας να ζήσουμε μια ζωή πέρα από τις δυνατότητες μας. Όλος αυτός ο πακτωλός χρημάτων που δέχτηκε η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες ,τελικά καθυστέρησε μοιραία τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, μιας και μας έδινε την ψευδαίσθηση πως , ακόμη και αν φυτοζωεί, το σύστημα δεν επρόκειτο να καταρρεύσει . Η ψευδής ασφάλεια που μας παρείχε το ευρώ και η ικανότητα που αποκτήσαμε να δανειζόμαστε φτηνότερα, έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Πιθανόν, εάν είχαμε ακόμη τη δραχμή, ο φόβος μιας ενδεχόμενης νομισματικής κρίσης, να μας έκανε πιο προσεκτικούς, και να πιεζόμασταν να προχωρήσουμε στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και περικοπές δαπανών.

Αυτή τη στιγμή οι ελληνικές ελίτ, σαν τους αλκοολικούς που δεν μπορούν να σταματήσουν να πίνουν , ζητάνε ακόμη περισσότερο εύκολο και ζεστό χρήμα για να συνεχιστεί το «πάρτυ», με τις λιγότερες δυνατές θυσίες και αλλαγές .Η επιδότηση της ανευθυνότητας όμως απλά θα διαιωνίσει τις συμπεριφορές που μας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση . Η έξωθεν παρέμβαση στην καλύτερη περίπτωση θα φέρει ένα πρόσκαιρο νοικοκύρεμα στα οικονομικά μας , αλλά δεν θα μπορέσει να προωθήσει τις μεγάλες δομικές αλλαγές στη λειτουργία του κράτους και δεν θα λύσει το πρόβλημα της έλλειψης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας . Αυτό είναι άλλωστε το πρόβλημα και με τη βοήθεια που παρέχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το ρόλο του οποίου φιλοδοξεί να υποκαταστήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τις χώρες-μέλη της. Παρά τους αντίθετους μύθους, το ΔΝΤ κάθε άλλο παρά εργαλείο του «νεοφιλελευθερισμού» και των δυνάμεων της αγοράς είναι. Πρόκειται για έναν καθαρά πολιτικό οργανισμό, που παρέχει δάνεια με πολιτικά και όχι οικονομικά κριτήρια, ανάλογα με τις γεωπολιτικές επιδιώξεις των κρατών που τον χρηματοδοτούν. Σύμφωνα με τους επικριτές του , τα δάνεια του ΔΝΤ βοήθησαν τις ντόπιες κλεπτοκρατίες να παραμείνουν στην εξουσία και ανέβαλαν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις , με ολέθριες συνέπειες για τους πληθυσμούς των κρατών.

Βέβαια, η απεγνωσμένη προσπάθεια της ελληνικής πολιτικής τάξης να αντλήσει κεφάλαια από τους Ευρωπαίους εταίρους μας, βρίσκει συμπαραστάτες τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών που θεωρούν πως η ελληνική κρίση, είναι η ιδανική ευκαιρία για περαιτέρω οικονομική ενοποίηση . Όμως τα μεγαλεπήβολα σχέδια επί χάρτου που καταρτίζουν οι Ευρωκράτες, γίνονται χωρίς να ζητηθεί η γνώμη εκείνου που θα κληθεί γι άλλη μια φορά να πληρώσει , δηλαδή του Ευρωπαίου φορολογούμενου. Άραγε, πόσο είναι ηθικό και «κοινωνικά δίκαιο», οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι, που ήδη πληρώνουν δυσβάστακτους φόρους, να επιβαρυνθούν ακόμη περισσότερο, για να στηριχθεί το... «ελληνικό θαύμα» και οι ξένες τράπεζες που το χρηματοδότησαν ; .Αν ήμασταν στη θέση των Γερμανών φορολογουμένων, θα δεχόμασταν άραγε κάτι τέτοιο; Και φυσικά , αν τώρα η Ελλάδα πάρει βοήθεια, είναι πολύ πιθανό σύντομα να πάρουν σειρά η Πορτογαλία, η Ισπανία ή κάποια άλλη χώρα . Από πού θα βρεθούν όλα αυτά τα τεράστια ποσά, σε μια εποχή που οι κρατικές δαπάνες έχουν εκτοξευθεί και το δημόσιο χρέος έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη σε όλη την Ευρώπη ; Επιπλέον, μια διάσωση της Ελλάδας δίνει λάθος μήνυμα σε άλλες χώρες με παρόμοια προβλήματα. Σαν να σκουντάει στον ώμο τους ανεύθυνους πολιτικούς και να τους καθησυχάζει : «Μην ανησυχείτε για τίποτε, συνεχίστε έτσι! Ο ανεξάντλητος κουμπαράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα σας ξελασπώσει .»

Στο σημείο που φτάσαμε , δυστυχώς δεν μπορούμε πια να αποφύγουμε τις επώδυνες λύσεις . Αντί να χάνουμε χρόνο , τρέχοντας στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και ζητιανεύοντας βοήθεια, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως μόνο εμείς μπορούμε να βγάλουμε την Ελλάδα από το σημερινό αδιέξοδο, ακόμη και αν αυτό σημαίνει πως πρέπει να προχωρήσουμε σε «στάση πληρωμών» και επαναδιαπραγμάτευση του χρέους (που όλο και περισσότερα διεθνή ΜΜΕ την προβάλλουν πια σαν την αναπόφευκτη και λιγότερο επαχθή λύση ), ακόμη και αν αυτό σημαίνει ανατροπή του «αμαρτωλού» μεταπολιτευτικού μοντέλου. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει ένα νέο ξεκίνημα, χωρίς τα πολιτικά και οικονομικά βαρίδια του παρελθόντος.


[ Δημοσιεύτηκε στη "Metropolis Weekend", 19-21 Φεβρουαρίου 2010 ]

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Γιατί η Θάλεια Δραγώνα δεν είναι και τόσο διαφορετική από το Γιώργο Καρατζαφέρη


Στην αρχή ήταν το περίφημο βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού . Θύελλα αντιδράσεων ξεσηκώθηκε για τον «πολιτικά ορθό» τρόπο , με τον οποίο επέλεξε η κυρία Ρεπούση να αφηγηθεί την ελληνική Ιστορία στους μαθητές ενώ η φράση «παρατηρήθηκε συνωστισμός στο λιμάνι της Σμύρνης» άφησε εποχή .Τελικά, το βιβλίο αποσύρθηκε. Τον προηγούμενο μήνα, μια άλλη γυναίκα τάραξε τα, ούτως ή άλλως, όχι και τόσο ήρεμα νερά της ελληνικής εκπαίδευσης. Η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Θάλεια Δραγώνα διορίζεται ειδική γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας και αμέσως σχηματίζεται εναντίον της ένα ευρύ μέτωπο που διαπερνά όλο το πολιτικό φάσμα (από τον πρόεδρο του ΛΑ.Ο.Σ. Γιώργο Καρατζαφέρη μέχρι τον Μίκη Θεοδωράκη) και ζητάει οργισμένο την παραίτηση της! Ο λόγος ; Oι «ανθελληνικές θέσεις», που όπως υποστηρίζουν οι επικριτές της, διατύπωσε στο παρελθόν η κυρία Δραγώνα ,μέσα από το βιβλίο της ««Τι είν΄ η πατρίδα μας;» . Και απ’ ότι φαίνεται, υπάρχουν πολλά μέτωπα που ενδέχεται να ανοίξουν στο μέλλον . Ενδεικτικά, διαβάζω στην «Καθημερινή» της 4ης Φεβρουαρίου πως η Υπουργός Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο για άρση της υποχρεωτικότητας του μαθήματος των Θρησκευτικών. Μπορείτε ήδη να φανταστείτε τις αντιδράσεις…. Τι συμβαίνει τελικά στην ελληνική εκπαίδευση ; Μήπως όπως στις Η.Π.Α., όπου ακόμη μαίνεται η διαμάχη μεταξύ της Θρησκευτικής Δεξιάς και αυτών που υποστηρίζουν πιο κοσμικές αξίες , έτσι και στην Ελλάδα, πρόκειται τα σχολεία να αποτελέσουν ένα πεδίο συνεχούς αντιπαράθεσης και διεξαγωγής «πολιτιστικών πολέμων» («culture wars»), που θα διχάσουν την κοινωνία;

Το πιο ανησυχητικό είναι πως σε αυτό τον «πόλεμο» είναι δύσκολο να βρεθεί πεδίο συνεννόησης και συμβιβασμού . Οι δύο πλευρές ασπάζονται εκ διαμέτρου αντίθετες αξίες και έχουν διαφορετική κοσμοθεωρία για τον τρόπο που πρέπει να οργανωθεί όχι μόνο η Παιδεία αλλά και η ίδια η κοινωνία. Οι μεν πιστεύουν στις αξίες του «πολυπολιτισμού» , και προτιμούν ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα προωθεί τη «συναδέλφωση των λαών» και θα αμφισβητεί τους «εθνικούς μύθους», οι δε δίνουν έμφαση στην αξία του έθνους και της Ορθοδοξίας, σαν απαραίτητα στοιχεία για να διατηρήσουμε την ταυτότητα μας σε ένα ρευστό, παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Οι χαρακτηρισμοί που εξαπολύει το ένα στρατόπεδο εναντίον του άλλου , με δυσκολία μπορούν να θεωρηθούν ως δείγματα …ήπιου και νηφάλιου πολιτικού λόγου: «εθνικιστές», «φασίστες», από τη μια μεριά, «ανθέλληνες», «πράκτορες των ξένων δυνάμεων», από την άλλη . Κι όμως οι εκπρόσωποι και των δυο πλευρών , όσο και αν με μια πρώτη ματιά, φαίνονται τόσο διαφορετικοί , στην πραγματικότητα, χωρίς να το συνειδητοποιούν , είναι και τόσο όμοιοι ταυτόχρονα . Και οι δυο διακατέχονται από τον ίδιο πατερναλιστικό τρόπο σκέψης και δράσης . Χρησιμοποιώντας το συγκεντρωτικό ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και την κρατική εξουσία, θέλουν απλά να επιβάλλουν τη δικιά τους κοσμοθεωρία και τις δικιές τους αξίες , σε όλους τους Έλληνες, ανεξάρτητα με το αν συμφωνούν ή όχι μαζί τους. Και δυστυχώς το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα, κάνει αναπόφευκτη αυτή την εξέλιξη . Το υπουργείο Παιδείας ασκεί ασφυκτικό έλεγχο σε όλα τα σχολεία της χώρας, ακόμη και στα ιδιωτικά, και καθορίζει με κάθε λεπτομέρεια το πρόγραμμα και τα βιβλία που θα διδαχθούν . Όποιος επικρατήσει στην πολιτική διαμάχη, αυτός και θα καθορίσει τί θα διδαχθούν οι Έλληνες μαθητές. Με αυτή τη συγκεντρωτική προσέγγιση όμως , πάντα θα υπάρχουν νικητές και ηττημένοι.

Τελικά, κανείς δεν ενδιαφέρεται για το τι πραγματικά θέλουν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι γονείς των μαθητών . Καλώς ή κακώς, υπάρχουν γονείς , που δεν θέλουν τα παιδιά τους να διδάσκονται το βιβλίο της κυρίας Ρεπούση, αλλά προτιμούν μια άλλη πιο «εθνοκεντρική» αντίληψη της Ιστορίας . Από την άλλη, υπάρχουν γονείς που ανατριχιάζουν και μόνο με την ιδέα πως τα «βλαστάρια» τους θα πρέπει να διδάσκονται θρησκευτικά στο σχολείο . Ανάλογα με τις ιδεολογικές σας προτιμήσεις, μπορείτε να χαρακτηρίσετε τους πρώτους «οπισθοδρομικούς» , και τους δεύτερους «πράκτορες του Σόρος» , όμως αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάθε δικαίωμα να έχουν λόγο στην εκπαίδευση των παιδιών τους, ειδικά όταν την ακριβοπληρώνουν μέσω των φόρων τους .

Πέρα από το ψευτοδίλημμα «ανθελληνισμός ή πατριωτισμός », γιατί δεν δοκιμάζουμε κάτι τελείως διαφορετικό ; Ο μόνος τρόπος για να αποφευχθούν τέτοιες διαμάχες στο μέλλον είναι η ριζική αποκέντρωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Κάθε σχολείο ας επιλέγει μόνο του το πρόγραμμά και τα βιβλία που θα διδάσκει . Οι γονείς με τη σειρά τους, ας έχουν δικαίωμα να επιλέξουν το σχολείο της αρεσκείας τους , με βάση τις αξίες που θέλουν να μεταδώσουν στα παιδιά τους . Σε ένα πραγματικά αποκεντρωμένο σύστημα, κανείς δε θα ενδιαφέρεται για το αν θα διοριστεί Γραμματέας του Υπουργείου η Θάλεια Δραγώνα ή ο Χρήστος Γιανναράς.

Αξίες συντηρητικές ή προοδευτικές, αξίες χριστιανικές ή κοσμικές. Δε με ενδιαφέρει καθόλου να πάρω θέση για το ποιες προτιμώ. Σε μια πλουραλιστική κοινωνία, μπορούν να συνυπάρξουν όλες .Oι εκάστοτε ευνοημένοι του πολιτικού παιχνιδιού δεν πρέπει να επιβάλλουν σε όλους μας τις δικιές τους αξίες, είτε αυτές έχουν «προοδευτικό», είτε «συντηρητικό» μανδύα. Ας ανήκει η επιλογή στους γονείς και όχι στους γραφειοκράτες του Υπουργείου Παιδείας.

[ Δημοσιεύτηκε στη "Metropolis Weekend", 12-14 Φεβρουαρίου 2010 ]

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

Προσδεθείτε!


«Αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τη θεωρία τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα», συνήθιζαν να λένε οι παλιοί αριστεροί. Και ο Γιώργος Παπανδρέου, σαν καλός μαθητής της αριστερής σκέψης , φαίνεται πως κάτι τέτοιο είχε, προεκλογικά, στο μυαλό του όταν πρότεινε την εφαρμογή ενός πολυδάπανου προγράμματος μεταμοντέρνου σοσιαλισμού σε μια οικονομικά χρεωκοπημένη χώρα. Μπορεί να φαίνονται πια όλα αυτά τόσο μακρινά, αλλά ήταν μόλις πριν από 4 μήνες, όταν ο νυν πρωθυπουργός και τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρότεινε την ….επανακρατικοποίηση του ΟΤΕ και της Ολυμπιακής, ένα πακέτο-μαμούθ τριών δισεκατομμυρίων ευρώ για την στήριξη της οικονομίας και βέβαια την αναπόφευκτη (και πανάκριβη) κρατική « πράσινη ανάπτυξη», που τόσο συγκινεί τους νεόκοπους σοσιαλιστές με …οικολογικές ευαισθησίες . Δυστυχώς όμως για τον Γιώργο Παπανδρέου και για μας , η πραγματικότητα πήρε την εκδίκηση της πολύ γρήγορα και μάλιστα με τον πιο επώδυνο τρόπο. Βέβαια, πρέπει να του αναγνωρίσουμε πως και μετά τις εκλογές κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να προσαρμόσει αυτή την πεισματάρα πραγματικότητα στις «ευγενείς» θεωρίες του. Αφού ανέλαβε την εξουσία και για τέσσερις ολόκληρους μήνες, ο Γιώργος Παπανδρέου προτίμησε να μην πάρει κανένα ουσιαστικό μέτρο και αρεσκόταν να παρουσιάζει τη χώρα σαν ένα ηρωικό, σοσιαλιστικό γαλατικό χωριό που αντιστέκεται στο «νεοφιλελεύθερο» οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο της Ευρώπης . Μάλιστα δήλωνε με περίσσια αυτοπεποίθηση (ή ανευθυνότητα;) πως «Θα εφαρμόσουμε …το πρόγραμμα που είχαμε εξαγγείλει, ανεξάρτητα από πιέσεις, ανεξάρτητα από όποια δυσκολία στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Ασήμαντη λεπτομέρεια : Ο ρόλος του… Αστερίξ μας στοίχισε κάποια δισεκατομμύρια ευρώ που δυστυχώς θα πληρώσουμε όλοι λόγω της εκτόξευσης του κόστους δανεισμού της ελληνικής οικονομίας.

Και τώρα όμως που ο Γιώργος Παπανδρέου δείχνει τουλάχιστον να προσγειώνεται από τον κόσμο της σοσιαλιστικής ονειροφαντασίας στη σκληρή πραγματικότητα, δε δείχνει να μπορεί να ξεφύγει από τις αγκυλώσεις του . Στο δίλημμα «μείωση δαπανών ή αύξηση φορολογίας», ο πρωθυπουργός και με το διάγγελμα της Τρίτης, σαν συνεπής σοσιαλιστής που είναι , φαίνεται σαφώς να επιλέγει το δεύτερο : αύξηση φόρων στα καύσιμα, φορολόγηση μερισμάτων, φορολόγηση off shore, φορολόγηση γονικών παροχών, ένα νέο φορολογικό νομοσχέδιο την επόμενη εβδομάδα και μάλλον δεν έχουμε δει τίποτε ακόμη . Όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, τη μείωση του κράτους και την περικοπή δαπανών, ο Γιώργος Παπανδρέου εξακολουθεί να είναι ασαφής και γενικόλογος ή να παραπέμπει τα σχετικά ζητήματα σε… διάλογο . Απ’ ότι φαίνεται, το κρατικοδίαιτο μεταπολιτευτικό κατεστημένο σκοπεύει να βάλει τις παραγωγικές τάξεις της χώρας να πληρώσουν για τη διαιώνιση του και το ίδιο να γλιτώσει την κρίση με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Δεν είναι τυχαίο πως στις πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις , και τα δυο μεγάλα κόμματα, παρότι αντιτάχθηκαν στο κλείσιμο των δρόμων, αναγνώρισαν το δίκαιο του αιτήματος των αγροτών να εξακολουθήσουν να διάγουν βίους δημοσίων υπαλλήλων. Προφανώς, η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου έχει ακόμη την ψευδαίσθηση πως αρκεί να καταφέρουμε να μπαλώσουμε όπως όπως τα σημερινά προβλήματα , και μετά να ξαναγυρίσουμε, με μεγαλύτερο ενθουσιασμό, στο ίδιο , τόσο επωφελές γι αυτούς, μεταπολιτευτικό μοντέλο των επιδοτήσεων, των διορισμών και των ανεξέλεγκτων κρατικών δαπανών .

Τέσσερις μήνες πριν, μπροστά στις ανεδαφικές εξαγγελίες του Γιώργου Παπανδρέου, γράφαμε σε αυτήν εδώ την εφημερίδα, πόσο απαραίτητη είναι η απαισιοδοξία για μια ομαλή προσγείωση στην σκληρή πραγματικότητα όταν οι ευσεβείς πόθοι καταρρεύσουν και αποδειχθεί πως οι μεγάλες υποσχέσεις ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθούν. Σήμερα που αυτή η ώρα έφτασε , ίσως πιο γρήγορα απ’ ότι περιμέναμε, ο ίδιος πεσιμισμός ίσως είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσουμε τις «μεταρρυθμιστικές» εξαγγελίες ενός πολιτικού κατεστημένου που δε φαίνεται να έχει πάρει κανένα μάθημα από την κρίση.

[ Δημοσιεύτηκε στη "Metropolis Weekend", 5-7 Φεβρουαρίου 2010 ]

Το comeback του κρατισμού;


Ήταν το Νοέμβριο του 2008, όταν σε αυτή εδώ την εφημερίδα, δημοσιεύσαμε ένα αφιέρωμα με τίτλο «Το μεγάλο comeback του κράτους» . Ήταν η εποχή που οικονομολόγοι, πολιτικοί και δημοσιογράφοι κάθε πολιτικής παράταξης και ιδεολογικού χρωματισμού, μιλούσαν για το τέλος του «αχαλίνωτου φιλελευθερισμού» και ανακάλυπταν ξανά τη γοητεία του κρατισμού και του Κέυνς. Στις Η.Π.Α. η κυβέρνηση Μπους έδινε δισεκατομμύρια δολάρια για να διασώσει τράπεζες και να τονώσει την οικονομία (πολιτική που θα συνέχιζε με ακόμη περισσότερο ζήλο, ο διάδοχος του Μπάρακ Ομπάμα) . Στη Γαλλία, ο Νικολά Σαρκοζί μιλούσε για την επιστροφή του κράτους, ενώ στη Γερμανία, η Άγκελα Μέρκελ ψήφιζε ένα πρόγραμμα κρατικής στήριξης σε τράπεζες και επιχειρήσεις , το οποία χαρακτηρίστηκε σαν το μεγαλύτερο της γερμανικής μεταπολεμικής ιστορίας . Στη Μ.Βρετανία, ο Γκόρντον Μπράουν, πιο αποφασιστικός από όλους, κρατικοποιούσε τράπεζες και φιλοδοξούσε να βάλει νέους κανόνες στο διεθνές οικονομικό σύστημα. Τα διεθνή Μ.Μ.Ε. τον χαιρέτιζαν σαν τον σωτήρα της παγκόσμιας οικονομίας και οι Γάλλοι, σαγηνευμένοι, ήδη από την εποχή του Βασιλιά Ήλιου και του Ναπολέοντα, με την ιδέα της ισχυρής ηγεσίας και του μεγάλου κράτους, εκστασιάζονταν μαζί του και τον αποκαλούσαν "μάγο" ! Το «Newsweek» απηχώντας το νέο consensus έγραψε πως «Είμαστε όλοι σοσιαλιστές» , ενώ μέχρι και η Βίβλος του αγγλοσαξωνικού φιλελευθερισμού, ο «Economist», στήριζε τα μέτρα κρατικής παρέμβασης στην οικονομία .

Και να που σήμερα , μόλις 15 μήνες μετά, είναι ο «Economist» πάλι που κυκλοφορεί με κύριο τίτλο στο εξώφυλλο του : «Στοπ!-Η αντίδραση εναντίον του μεγάλου κράτους!». Ένα εξώφυλλο ενδεικτικό μιας ιδεολογικής μεταστροφής που φαίνεται να συμβαίνει πολύ πιο γρήγορα, απ’ όσο θα περίμενε κανείς. Ο παράδεισος που μας υποσχέθηκαν οι θιασώτες του κρατικού παρεμβατισμού δεν έφτασε ποτέ . Οι κρατικές δαπάνες έχουν εκτοξευθεί σε επίπεδα-ρεκόρ, τα ελλείμματα είναι εκτός ελέγχου , υποθηκεύοντας το μέλλον των επόμενων γενεών , η φορολογία αυξάνεται , επιβαρύνοντας σημαντικά τις μεσαίες τάξεις και η ανεργία καλπάζει. Ο Μπάρακ Ομπάμα, η προσωπικότητα που ενσάρκωσε με τον καλύτερο τρόπο τη νέα πίστη στην ικανότητα του κράτους να σώσει και να αναμορφώσει την οικονομία, βλέπει τη δημοτικότητα του να κατρακυλάει σε επίπεδα χαμηλότερα του 50% . Σε πρόσφατη δημοσκόπηση της «Washington Post» και του «ABC News» , οι Αμερικάνοι πολίτες κουρασμένοι από ένα κράτος Λεβιάθαν, που ελέγχει όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομίας, απάντησαν σε ποσοστό 58%(το μεγαλύτερο από το 2002) πως προτιμούν ένα μικρό κράτος που θα παρέχει λίγες υπηρεσίες . Πριν λίγες μέρες , στις επαναληπτικές εκλογές στη Μασαχουσέτη για την κάλυψη της θέσης του εκλιπόντος Γερουσιαστή Τεντ Κένεντυ, οι ψηφοφόροι επέλεξαν σε αυτή την πολιτεία-προπύργιο του Δημοκρατικού Κόμματος, έναν Ρεπουμπλικάνο, τον Σκοτ Μπράουν, στερώντας έτσι από τους Δημοκρατικούς την κρίσιμη 60ή ψήφο στη Γερουσία και θέτοντας εν αμφιβόλω το φιλόδοξο νομοθετικό πρόγραμμα της κυβέρνησης Ομπάμα . Το αξιοσημείωτο είναι πως υπέρ του Μπράουν , δεν ψήφισαν μόνο οι παραδοσιακοί Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι αλλά και η μεγάλη πλειοψηφία των αποκαλούμενων ανεξάρτητων, που δεν είναι εγγεγραμμένοι σε κάποιο κόμμα.

Επιπλέον, το πιο δυναμικό πολιτικό κίνημα αυτή τη στιγμή στις Η.Π.Α. είναι το «Κόμμα Τσαγιού » . Με μια ονομασία που προέρχεται από την εποχή της Αμερικανικής επανάστασης , όταν οι έποικοι της Βοστόνης προτίμησαν να καταστρέψουν ένα ολόκληρο φορτίο τσαγιού, παρά να δεχθούν τη φορολόγησή του από τη βρετανική κυβέρνηση, οι υπεύθυνοι του κινήματος διοργανώνουν διαδηλώσεις σε όλες τις αμερικάνικες πόλεις εναντίον του μεγάλου κράτους , της υψηλής φορολογίας και της διάσωσης των επιχειρήσεων με τα λεφτά των φορολογουμένων .Παρά τις προσπάθειες των αντιπάλων τους , να τους παρουσιάσουν σαν φανατικούς της ακροδεξιάς, και το κίνημα αυτό δείχνει να είναι δημοφιλές στους ανεξάρτητους ψηφοφόρους . Σε πρόσφατο γκάλοπ του Rasmussen, το 33% των ερωτηθέντων που δεν ανήκουν σε κάποιο κόμμα , απάντησε πως θα ψήφιζε υποψήφιους του «Κόμματος του Τσαγιού», έναντι 25% που θα ψήφιζε κάποιον Δημοκρατικό και 12% που θα ψήφιζε κάποιον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο .

Ακόμη όμως και οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι , εθισμένοι σε δεκαετίες μεγάλου κράτους και γενναιόδωρων κοινωνικών προγραμμάτων, φαίνεται να αντιδρούν . Στη Μ. Βρετανία, η οικονομία της οποίας φαίνεται εγκλωβισμένη στο φαύλο κύκλο της ύφεσης, της ανεργίας και των υψηλών ελλειμμάτων, ο άλλοτε «μάγος» Γκόρντον Μπράουν , βουλιάζει στις δημοσκοπήσεις . Βέβαιος νικητής των εκλογών θεωρείται το Συντηρητικό Κόμμα του Ντεϊβιντ Κάμερον, που υπόσχεται … δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών, ίσως μοναδικό φαινόμενο για ένα κόμμα σε προεκλογική περίοδο. Η βρετανική κοινή γνώμη φαίνεται να έχει κουραστεί με την ολοένα αυξανόμενη κρατική παρέμβαση στην οικονομία. Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του κρατικού «Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Έρευνας», που δημοσιεύτηκε πριν λίγες μέρες στο βρετανικό Τύπο, μόνο τα 2/5 των πολιτών είναι υπέρ της αυξημένης φορολογίας ώστε να χρηματοδοτηθούν κοινωνικά προγράμματα (το 1997 το ποσοστό αυτό άγγιζε το 62%), ενώ το 50% πιστεύει πως οι φόροι και οι δημόσιες δαπάνες δεν πρέπει να αυξηθούν άλλο (το υψηλότερο ποσοστό από το 1984). Επιπλέον μόλις το 21% πιστεύει πως τα επιδόματα ανεργίας είναι χαμηλά (53% το 1994). Διαψεύδοντας όλες τις βαρύγδουπες αναλύσεις που υποστήριζαν πως η κοινή γνώμη μετά την κρίση, θα αποδέχονταν ένα νέο, ενισχυμένο ρόλο για το κράτος, ο καθηγητή John Curtice , συγγραφέας της έκθεσης που συνοδεύει την έρευνα, επισημαίνει : « Σήμερα οι πολίτες συμφωνούν περισσότερο με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς, απ’ ότι την εποχή της Margaret Thatcher» . Τέλος, στη Γερμανία, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, η δυσαρέσκεια μιας ολοένα μεγαλύτερης μερίδας Γερμανών της μεσαίας τάξης με την υπερβολική γραφειοκρατία και φορολογία, έφεραν στην κυβέρνηση τους Φιλελεύθερους που ζητάνε δραστικές περικοπές στη φορολογία.

Βέβαια, αυτή η σταδιακή μεταστροφή του ιδεολογικού κλίματος δε σημαίνει πως επίκειται σύντομα και αλλαγή πολιτικής. Ο κρατισμός όμως φαίνεται πως κούρασε πολύ πιο γρήγορα απ’ όσο φοβόνταν οι οπαδοί του και απ’ όσο ήλπιζαν οι αντίπαλοι του . Το ιδεολογικό εκκρεμές άρχισε πάλι να μετατοπίζεται. Το πολιτικό παιχνίδι αποκτά ξανά ενδιαφέρον.

[ Δημοσιεύτηκε στη "Metropolis Weekend", 5-7 Φεβρουαρίου 2010 ]

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Διεθνής βοήθεια στην Αϊτή : Ο δρόμος για την...κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις


Ο καταστροφικός σεισμός που χτύπησε την Αϊτή, έγινε αφορμή για να εκδηλωθούν γι’ άλλη μια φορά τα φιλάνθρωπα αισθήματα της Δύσης απέναντι στον Τρίτο Κόσμο . Ήδη οι κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων κρατών έχουν συγκεντρώσει πάνω από ένα δισεκατομμύρια δολάρια που θα διοχετευθούν σε ανθρωπιστική και αναπτυξιακή βοήθεια στη δοκιμαζόμενη χώρα. Άλλοι πάλι πλειοδοτούν σε ανθρωπισμό και θεωρούν πως τα ποσά αυτά δεν είναι αρκετά. Ο οικονομολόγος Jeffrey Sachs ζητάει από τις Δυτικές χώρες να διαθέσουν 10-15 δισεκατομμύρια δολάρια σε ένα πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης της Αϊτής, ενώ στη «Miami Herald» ο δημοσιογράφος Andres Oppenheimer, προτείνει ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ για το νησί . Σε ένα όργιο αλτρουϊσμού και καλών αισθημάτων , χιλιάδες στρατιώτες, μέλη ΜΚΟ και υπάλληλοι διεθνών οργανισμών έχουν εγκατασταθεί στη χώρα της Καραϊβικής για να τη… σώσουν .

Όχι , δεν έχω σκοπό να είμαι ειρωνικός. Δε θα συνταχτώ με τους κατ’ επάγγελμα καχύποπτους , δε θα δεχτώ καν πως πίσω από τη διεθνή βοήθεια κρύβονται γεωπολιτικά παιχνίδια επιρροής . Θα πάρω ως δεδομένο πως όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτή την προσπάθεια έχουν αγνές προθέσεις και το μόνο που θέλουν είναι απλά να βοηθήσουν τους κατοίκους του δοκιμαζόμενου νησιού . Αναρωτιέμαι όμως αν αρκεί αυτό. Μήπως για μια ακόμη φορά ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις ; Μήπως η διεθνής βοήθεια τελικά θα βυθίσει την Αϊτή ακόμη περισσότερο μέσα στη φτώχεια και στην εξαθλίωση; Μεταξύ 1990 και 2005, η διεθνής βοήθεια στην Αϊτή άγγιξε τα 4 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή το 7% του ΑΕΠ της χώρας. Μάλιστα, μόνο για το 2007 το ποσό αυτό έφτασε τα 700 εκατομμύρια δολάρια, όταν την ίδια χρονιά οι διεθνείς επενδύσεις μετά βίας άγγιξαν τα 70 εκατομμύρια. Και ενώ θα περίμενε κανείς πως με τέτοιο πακτωλό χρημάτων, η χώρα θα είχε μπει από καιρό στο δρόμο της ευημερίας , η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Η Αϊτή παραμένει η πιο φτωχή χώρα του Δυτικού Ημισφαίριου και μάλιστα τα τελευταία χρόνια η ανάπτυξη είναι μηδαμινή ή αρνητική. Το 80% των Αϊτινών ζει με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα.

Κάτι τέτοιο, δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει. Αρκεί να πάμε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Υποσαχάρια Αφρική, μια περιοχή της οποίας η οικονομία εξαρτάται επίσης σε μεγάλο βαθμό από τη διεθνή βοήθεια. Μια ιστορία από το βιβλίο « Dead Aid» της οικονομολόγου από τη Ζάμπια, Dambisa Moyo μας δείχνει γλαφυρά τις αθέλητες συνέπειες της Δυτικής «φιλανθρωπίας» . Ο Α. έχει ένα εργαστήριο που φτιάχνει κουνουπιέρες σε μια φτωχή χώρα της Αφρικής . Κατασκευάζει 500 κουνουπιέρες την εβδομάδα και απασχολεί 10 εργάτες, που ο καθένας συντηρεί με αυτά τα χρήματα 15 άτομα (μην ξεχνάμε πως οι οικογένειες στην Αφρική είναι πολύ μεγαλύτερες από τις δικές μας!). Παρότι δουλεύουν σκληρά, δεν κατορθώνουν να φτιάξουν τόσες κουνουπιέρες ώστε να αντιμετωπιστεί η ελονοσία που μαστίζει τη χώρα. Ένας διάσημος ποπ σταρ με μεγάλη επιρροή στις «κοινωνικά ευαίσθητες» και «προοδευτικές» ελίτ της Δύσης (ας πούμε ο Μπόνο των U2) πείθει τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων χωρών να συγκεντρώσουν και να στείλουν 100.000 κουνουπιέρες, με κόστος 1.000.000 δολάρια. Οι κουνουπιέρες φτάνουν στην αφρικάνικη χώρα . Ας υποθέσουμε πως όλα πάνε καλά και δεν πέφτουν, όπως γίνεται συνήθως, στα χέρια πολιτικών που τις διοχετεύουν στα μέλη της φυλής τους για να αποκομίσουν εκλογικά κέρδη ή στα χέρια συμμοριών που τις πουλούν στη μαύρη αγορά. Οι κουνουπιέρες διανέμονται κανονικά στον πληθυσμό . Η αγορά γεμίζει με τις ξένες κουνουπιέρες και ο φίλος μας ο Α, αφού δεν υπάρχει πια ζήτηση για το προϊόν του, αναγκάζεται να κλείσει το εργαστήριο του. Χωρίς δουλειά μένουν και οι δέκα εργάτες του που δεν μπορούν πια να υποστηρίξουν τους 150 συγγενείς τους .Και μην ξεχνάμε πως το πολύ σε πέντε χρόνια οι κουνουπιέρες του Μπόνο θα έχουν φθαρεί και δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλο.

Oι χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής έχουν λάβει 300 δις δολάρια από το 1970 . Και όμως ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν κάτω από την πιο απόλυτη φτώχεια έχει εκτοξευτεί από το 11% στο 1970 στο 66% το 1998. Μεταξύ του 1975 και του 2005, η μέση ανάπτυξη ήταν αρνητική ( -1,6% ), ενώ έντεκα χώρες της περιοχής έχουν σήμερα χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο απ΄ ότι τη δεκαετία του '70 .Η αφρικάνικη εμπειρία έχει αποδείξει πως η αναπτυξιακή βοήθεια ωφελεί μόνο την ελίτ των χωρών αυτών και διαιωνίζει το διεφθαρμένο πολιτικό τους σύστημα . Τα χρήματα συνήθως καταλήγουν στους τραπεζικούς λογαριασμούς των ντόπιων ηγετών και των προστατευόμενών τους και η διαφθορά ολοένα και αυξάνεται, με αποτέλεσμα οι χώρες αυτές να γίνονται λιγότερο ελκυστικές για διεθνείς επενδύσεις. Και , όπως είδαμε στην παραπάνω ιστορία, εν τέλει καταστρέφεται η παραγωγική βάση της χώρας και η επιχειρηματικότητα των κατοίκων της. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ανήθικη μεταφορά πλούτου από τους φτωχούς της Δύσης στην κρατικοδίαιτη και διεφθαρμένη ελίτ του Τρίτου Κόσμου , που ρίχνει την Αφρική ακόμη πιο βαθιά μέσα στη φτώχεια και την εξάρτηση ! Ίσως δεν είχε άδικο ο Κενυάτης οικονομολόγος James Shikwati, όταν το 2005 απηύθυνε έκκληση στη Δύση μέσω του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel» : "Για όνομα του Θεού, σας παρακαλώ σταματήστε τη διεθνή βοήθεια!." Ας σημειώσουμε , πως η πιο πετυχημένη οικονομία της Υποσαχάριας Αφρικής είναι η Μποτσουάνα, με κατά κεφαλήν εισόδημα 8170 δολάρια ( όταν ο μέσος όρος για τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής είναι μόλις 1780 δολάρια). Είναι άραγε τυχαίο πως η Μποτσουάνα είναι μια χώρα που εφαρμόζει εδώ και πολλές δεκαετίες σχετικά φιλελεύθερη οικονομική πολιτική και εξαρτάται λιγότερο από κάθε άλλη αφρικάνικη χώρα από τη διεθνή βοήθεια; (1,6% του ΑΕΠ έναντι 13% για τις υπόλοιπες )

Έτσι και στην Αϊτή, η διεθνής βοήθεια απλά στηρίζει το φαύλο πολιτικό καθεστώς της χώρας και εμποδίζει κάθε ουσιαστική μεταρρύθμιση . Ένα καθεστώς, που είτε με τη μάσκα της δημοκρατίας είτε με τη μορφή της στρατιωτικής δικτατορίας, είναι υπεύθυνο για το ότι η χώρα είναι η 10η πιο διεφθαρμένη στον κόσμο, η γραφειοκρατία και η δαιδαλώδης νομοθεσία εξαναγκάζουν το 99% των Αϊτινών επιχειρήσεων να λειτουργούν στην παραοικονομία, και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών δεν προστατεύονται. Η ίδια η Παγκόσμια Τράπεζα , που τώρα σκοπεύει να δώσει κι άλλα 100 εκατομμύρια δολάρια στην Αϊτή , σε πρόσφατη έκθεση της κρίνει ως «μη ικανοποιητικά» τα επιτεύγματα της διεθνούς βοήθειας στο νησί, ως «αμελητέα» την πρόοδο στην ανάπτυξη των θεσμών , ενώ θεωρεί πως οι πιθανότητες για να διατηρηθούν τα όποια κέρδη είναι «ελάχιστες».

Πέρα από τη στοιχειώδη βοήθεια για την κάλυψη των πιο άμεσων ανθρωπιστικών αναγκών που δημιούργησε ο σεισμός (που μπορεί κάλλιστα να εξασφαλιστεί με την αυθόρμητη κινητοποίηση των πολιτών των ανεπτυγμένων χωρών) το μόνο που μπορεί να κάνει η Δύση για να βοηθήσει την Αϊτή και τον υπόλοιπο Τρίτο Κόσμο, είναι να καταργήσει επιτέλους τους προστατευτικούς δασμούς που εμποδίζουν τις χώρες αυτές να πουλήσουν τα προϊόντα τους στις δυτικές αγορές. Από εκεί και πέρα, ευτυχώς ή δυστυχώς, είναι στο χέρι των ντόπιων , το αν θα πετύχουν μια σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη. Πίσω από τις ψευδαισθήσεις μας ότι εμείς μπορούμε να σώσουμε την Αϊτή , κρύβεται ο ίδιος πατερναλισμός που χαρακτήριζε και τον ιμπεριαλισμό εκατό χρόνια πριν. Κρύβεται η ίδια , ανομολόγητη πια, πεποίθηση της ανωτερότητάς μας έναντι των «αγρίων» , μόνο που τώρα αυτή η πεποίθηση έχει φορέσει τον «ανθρωπιστικό» και «προοδευτικό» της μανδύα .Είναι πια καιρός να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε τους κατοίκους των χωρών του Τρίτου Κόσμου , σαν παιδιά που χρειάζονται τη βοήθεια μας και να τους δούμε σαν ενήλικες που μπορούν να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις. Η Αϊτή θα σωθεί μόνο από τους κατοίκους της.

[ Δημοσιεύτηκε στη "Metropolis Weekend", 29-31 Ιανουαρίου 2010 ]